Open menu
ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΕΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΙ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ:
ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΑΙΤΩΛΟΣ ΚΑΙ ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ
 
 
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η περιοχή της Αιτωλίας είχε την ευλογία να φιλοξενήσει στα χώματά της σπουδαίους άνδρες, που διακρίθηκαν για τη φιλομάθεια και την πνευματική καλλιέργειά τους τιμώντας έτσι το Γένος.
Βέβαια κατά τους χρόνους της Τουρκοκρατίας, η περιοχή έφτασε στο έσχατο όριο απαιδευσίας και αμάθειας, ώστε οι κάτοικοί της να χαρακτηρίζονται ως τρισβάρβαροι και αναλφάβητοι. Εν τούτοις, στον τόπο αυτό, την ίδια χρονική περίοδο, γεννήθηκαν λόγιοι άνδρες, όπως ο Ευγένιος Γιαννούλης και ο Χρύσανθος ο Αιτωλός, αδελφός του αγίου Κοσμά του Αιτωλού, οι οποίοι αφού έλαβαν τη θύραθεν παιδεία, και προ παντός τη θεία γνώση μετέδωσαν  το πνευματικό φως που ακτινοβολούσαν και καταύγασαν το δούλο Γένος, για τούτο δικαίως ονομάζονται Διδάσκαλοι του Γένους. Είναι αυτοί που από τον 16ο αι. ανοίγουν το δρόμο για την νεοελληνική αναγέννηση,     ένα πνευματικό κίνημα με πρώτο μήνυμά του την εθνική  ελευθερία, την ελευθερία του πνεύματος, την ελευθερία της καρδιάς και του αισθήματος. Και τούτο το κίνημα αρχίζει με το οδοιπορικό, συνεχίζεται με τη διδαχή, τη μαρτυρία και συχνά το μαρτύριο και ολοκληρώνεται με την παιδεία.
Καθοδηγούν και φρονηματίζουν κάθε Έλληνα, για να κινείται πάντα μέσα στα πλαίσια της πατρώας παράδοσης και του Ελληνικού πνεύματος και της χριστιανικής πίστεως. Αυτό δε το ελληνορθόδοξο πνεύμα ενίσχυσαν μέσα στο βαθύ σκοτάδι της δουλείας, οι οποίοι χρησίμευσαν ως φωτεινοί φάροι, δια να μην εκλείψει η ιδέα της ελληνικότητας ως αξίας διαχρονικής.
Χωρίς αυτούς τους Διδασκάλους, δεν θα υπήρχε τώρα  πνεύμα ελληνικό, θα είχε εξαφανισθεί κατά τους ζοφερούς χρόνους της δουλείας. Είναι μεγάλη η συμβολή τους στη διατήρησή του και η εθνική μνήμη δεν πρέπει να τους  λησμονεί, διότι έθνη που λησμονούν δεν έχουν εθνική μνήμη και εξαφανίζονται.
Σήμερα θα προσεγγίσουμε τις δύο αυτές μορφές, που σαν διδάσκαλοι του Γένους σε μια δύσκολη εποχή πρόσφεραν τα μέγιστα στη συνειδητοποίηση της Ελληνορθόδοξης ταυτότητάς μας, στη διάσωσή της και στην προετοιμασία του λαού για τον απελευθερωτικό αγώνα. Έτσι έχουν πολλά να διδάξουν και να εμπνεύσουν και στους σημερινούς εκπαιδευτικούς και μαθητές.


ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΕΥΓΕΝΙΟΥ ΓΙΑΝΝΟΥΛΗ

Ο Ευγένιος ο Αιτωλός κατά κόσμον Γιαννούλης ή Ιωαννούλης υπήρξε επιφανής διδάσκαλος του Γένους και σθεναρός αγωνιστής της Ορθοδοξίας.
Γεννήθηκε στο Μ. Δένδρο Αποκούρου από φτωχούς γονείς το 1595. Νέος εισήλθε στο Μοναστήρι του Βλοχού στο Αγρίνιο. Το 1616 χειροτονήθηκε διάκονος στη Μονή Τατάρνας και παρέμεινε για ένα διάστημα στη Μονή Ξηροποτάμου Αγίου Όρους. Μεταβαίνοντας για επίσκεψη στη Μονή Αγίας Αικατερίνης Σινά, χειροτονήθηκε το 1619 πρεσβύτερος από το δυναμικό Πατριάρχη Αλεξανδρείας (μετέπειτα Οικουμενικό) Κύριλλο Λούκαρη. Μετά το Σινά, πραγματοποίησε προσκύνημα στους Αγίους Τόπους, όπου υπηρέτησε ως εφημέριος του πατριαρχικού παρεκκλησίου του Αγίου Κωνσταντίνου από το 1619 ως το 1622. Συνέχισε τις σπουδές του στη Σχολή της Βαρνάκοβας, στα Τρίκαλα, την Κεφαλονιά από τον Παϊσιο Μεταξά και τη Ζάκυνθο από το Θεόφιλο Κορυδαλλέα.
Όταν το 1636 ο Οικουμενικός πια Πατριάρχης Κύριλλος Λούκαρης κάλεσε τον Κορυδαλλέα στην Πατριαρχική  Μεγάλη του Γένους Σχολή, ο τελευταίος πήρε μαζί του και τον Ευγένιο, που τοποθετήθηκε εφημέριος  στο ναό του Κοντοσκαλίου. Κατόπιν μαθήτευσε κοντά στο Μελέτιο Συρίγο για μικρό διάστημα, για να επανέλθει και πάλι στον Κορυδαλλέα. Έζησε εκ του σύνεγγυς τις ταλαιπωρίες και τις περιπέτειες του Κυρίλλου Λούκαρη και υπέστη απηνή διωγμό για την προσήλωσή του στην Ορθοδοξία και για το αδούλωτο  πνεύμα του.
Από εκεί μετέβη στην Άρτα και διηύθυνε τη Σχολή της Άρτας από το 1639 ως το 1640. Το 1641 μετέβη στο Αιτωλικό όπου ίδρυσε Σχολή  Ανωτέρων Γραμμάτων, στην οποία οφείλονταν οι πνευματικές βάσεις Αιτωλικού και Μεσολογγίου. Από ιστορικολαογραφική έρευνα προέκυψε ότι η Σχολή λειτούργησε Βορειοανατολικά της Εκκλησίας της Παναγίας την οποία οικοδόμησε τότε ο Ευγένιος. Όταν άρχισε ο Ενετο-τουρκικός πόλεμος, έφυγε για την Ευρυτανία.
Στο Καρπενήσι ανέπτυξε ξεχωριστή εκπαιδευτική δραστηριότητα, δημιουργώντας μια λαμπρή εκπαιδευτική παράδοση στο χώρο της Κεντρικής Ελλάδας. Ίδρυσε και λειτούργησε από το 1645-1661 Σχολή Ανωτέρων και σχολείο κοινών γραμμάτων, ενώ ανήγειρε εκ βάθρων το Ιερό Ναό της Αγίας Τριάδας, που στον περίβολό του βρισκόταν η ανωτέρω Σχολή, η οποία  απέβη για την Ευρυτανία κέντρο πνευματικής αναγέννησης και ανακαίνισε την Εκκλησία της Παναγίας. Ανέδειξε πολλούς και σπουδαίους μαθητές, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονταν Πατριάρχες, Επίσκοποι και ο Αναστάσιος Γόρδιος. Το κύρος και η σοφία του Γιαννούλη, ήταν τεράστιο όχι μόνο στους ελληνοπρεπείς Καρπενησιώτες αλλά και στους οπαδούς του μουσουλμανικού δόγματος. Η Σχολή του Γιαννούλη διατηρήθηκε στο Καρπενήσι μέχρι το 1814.
Το 1661 αφήνει το Καρπενήσι για να   μεταβεί στα Βραγγιανά και να ιδρύσει Σχολή στη Μονή της Αγίας Παρασκευής, που αργότερα ονομάστηκε «Ελληνομουσείον Αγράφων». Ο Γιαννούλης εδώ εσχολάρχησε για μια δεκαετία (1662-1673). Έδρασε παιδαγωγικά, θρησκευτικά και πολιτιστικά. Η Σχολή απέκτησε πλουσιότατη και μοναδική βιβλιοθήκη, που αριθμούσε 4.000 τόμους βιβλία στην Ελληνική, τη Λατινική και τη Γερμανική γλώσσα καθώς και πολλά αρχαία χειρόγραφα και κώδικες..
Το 1674 ξαναγύρισε στο Καρπενήσι, στην παλιά του Σχολή, όπου έμεινε ως το 1675. Μετά από μερικές περιπλανήσεις στη Ναύπακτο, στο Μεσολόγγι και στο Αιτωλικό και παραμονή στη Μονή Τατάρνας, επέστρεψε στα Βραγγιανά  και δίδαξε ως το 1680. Το 1682  εξεδήμησε προς Κύριον και ετάφη στο νάρθηκα της Αγίας Παρασκευής, όπου ο ίδιος είχε ετοιμάσει.
Ο Ευγένιος Γιαννούλης δάσκαλος με την πλατειά σημασία του όρου. Τα εκπαιδευτικά του προσόντα ήταν πολύπλευρα και η πνευματική του ανατροφή, με τους αρχαίους Έλληνες ποιητές και φιλοσόφους, ουσιαστική και όχι επίπλαστη. Υπήρξε κάτοχος και της «θύραθεν φιλοσοφίας και της ιεράς φιλοσοφίας»
Ήθελε δε μέσα από τις Σχολές των Γραμμάτων που ίδρυσε και επάνδρωσε με ικανούς διδασκάλους κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας να μπορέσουν οι Έλληνες να αποκτήσουν γερές ρίζες Ελληνορθόδοξης Παιδείας, έτσι ώστε να διασώσουν τη γλώσσα των Πατέρων και τα βαθιά νοήματα του ελληνικού πολιτισμού. Ήταν φωτισμένος δάσκαλος, αγαπούσε τη λειτουργική ζωή και έζησε βίο ανεπίληπτο. Κατηχούσε τους πολυπληθείς μαθητές του στη γνήσια ορθόδοξη πίστη και παράδοση. Άφησε αξιόλογο έργο και πολύτιμες επιστολές, που διακρίνονται για βαθιά ελληνομάθεια, γνήσιο εκκλησιαστικό φρόνημα και σοφία. Θεωρείται μία από τις μεγαλύτερες μορφές του λαϊκού διαφωτισμού στους πρώτους αιώνες της σκλαβιάς.
Για το πολυσήμαντο έργο του αναγνωρίστηκε Άγιος από το Πατριαρχείο Κων/πόλεως .
Η μνήμη του επιτελείται στις 5 Αυγούστου

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ
Η ευλογημένη και ευσεβής οικογένεια, μέσα στην οποία φύτρωσε στα σκοτεινά χρόνια της Τουρκοκρατίας, κατά τον 18ο αι. το ευώδες άνθος, ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, εξήνθησε και τον ομόψυχο και ομότροπο αδελφό του Χρύσανθο, το λογιώτατο και σοφό άνδρα που αναδείχθηκε Διδάσκαλος του Γένους.
Στη διαθήκη του που υπέγραψε στη Νάξο στις 5 Φεβρουαρίου 1782 σαφώς αναφέρεται στην ευρύτερη πατρίδα του το Απόκουρο Θέρμου, αλλά και στο χωριό της γέννησής του, τον Ταξιάρχη Θέρμου.
Ο πόθος του για μάθηση και η κλήση του προς την παιδεία ήταν δυναμική. Πρότυπό του είχε το σοφό και άγιο διδάσκαλο Ευγένιο τον Αιτωλό.
Ο καθηγητής Β. Σφυρόερας στην πραγματεία του «Χρύσανθος ο Αιτωλός» αναφέρει ότι ο Χρύσανθος φοίτησε στη Σχολή Σιγδίτσας της Παρνασσίδας που ιδρύθηκε στις αρχές του 18ου αι.
Ύστερα κατευθύνθηκε προς τη σχολή της Αγίας Παρασκευής Βραγγιανών την οποία τότε διηύθυνε ο Αναστάσιος Γόρδιος που εκτός από τη θεολογία και την κλασσική φιλολογία σπούδασε και ιατροφαρμακευτική. Αυτού χρημάτισε μαθητής ο Χρύσανθος. Μετά το θάνατο του Γόρδιου στη Σχολή σχολάρχησε ο Θεοφάνης ο εκ Φουρνά και ο Χρύσανθος συνέχισε τις σπουδές του κάτω από το σπουδαίο αυτό δάσκαλο.
Βάσει των πληροφοριών που δίνει ο Μητροπολίτης Παροναξίας Νεόφυτος Λαχοβάρης, ο Χρύσανθος μετά τα Βραγγιανά ήρθε στη Σχολή των Ιωαννίνων και έγινε μαθητής του Μπαλάνου. Εδώ έλαβε γνώσεις μαθηματικών, που χρησιμοποίησε αργότερα ο ίδιος ως διδάσκαλος.
Στη συνέχεια ήρθε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή και έγινε μαθητής του Δωροθέου Λεσβίου, ο οποίος ήταν φιλόσοφος και ελληνικής ευφραδείας και πάσης άλλης λογικής τέχνης εμπειρότατος. Κοντά του ο Χρύσανθος έλαβε συστηματική γνώση της ελληνικής γλώσσας και φιλολογίας.
Τελικώς πηγαίνει στην Κέρκυρα για να ακούσει τα φιλοσοφικά μαθήματα του Νικηφόρου Θεοτόκη όπου διδάσκει θεολογία, μαθηματικά και φυσική.
Ως μέλισσα απ’ όλους τους διδασκάλους τρύγησε το μέλι της γνώσεως και είναι πλέον έτοιμος σε λίγο, ως γνώστης πολλών επιστημών, να σχολαρχήσει στη Μεγάλη του Γένους Σχολή.
Μόλις γύρισε από την Κέρκυρα στην Κων/πολη προσελήφθη ως οικοδιδάσκαλος στην οικογένεια του Μεγάλου Διερμηνέα του βασιλέως Νικολάου Σούτσου,για να διδάξει το γιο του Γεώργιο.
Σ΄ ένα διοριστήριο γράμμα με ημερομηνία 1 Μαρτίου 1769 ο Χρύσανθος διορίζεται σχολάρχης της Μεγάλης του Γένους Σχολής, διδάσκων φιλοσοφικά και μαθηματικά για μια πενταετία. Στην ίδρυση της Σχολής συνέβαλε ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως  Γεννάδιος. Δια της ιδρύσεως της πρόσφερε ανυπολογίστου αξίας υπηρεσίες στο υπόδουλο Έθνος. Η Σχολή ήταν «η κοινή του Γένους ωφέλεια, η καλλονή και ευκοσμία του», η κρυφή ελπίδα και παρηγοριά του, η μυστική προσδοκία της αναστάσεώς του δια της διαπαιδαγωγήσεως και του διαφωτισμού των νέων. Φαίνεται εδώ καθαρά πόσες ελπίδες οι υπόδουλοι έτρεφαν σ’ αυτή τη Σχολή, για να μη χαθεί η Παιδεία και η Ρωμιοσύνη.
Ύστερα έφυγε για τη Νάξο και τον συναντάμε πλέον διδάσκαλο και σχολάρχη Ναξίας. Οι λόγοι της εγκαταλείψεως της Σχολής και της Κων/πόλεως δεν είναι ακριβώς γνωστοί. Πάντως βρήκε τη Νάξο υπό την επίδραση των Ρωμαιοκαθολικών.
Η σχολή αυτή έγινε όχι μόνο η παρηγορία των Ναξίων, αλλά και ο φάρος της πίστεως και της παιδείας, που μπορούσε να εμποδίσει τις Σχολές των Λατίνων και να μαζέψει τους ελληνόπαιδες στη φωλιά της ορθοδοξίας και να τους προσφέρει μια μεγαλειώδη ελληνική παιδεία. Αυτή άλλωστε είναι και η επιδίωξή του.
Επί πλέον ο Χρύσανθος φρόντισε να αναπτυχθεί πλούσια βιβλιοθήκη για να την έχουν προς χρήση οι διδάσκαλοι της Σχολής και οι μαθητές ακόμη.
Από αλληλογραφία του με το Σέργιο Μακραίο μαθαίνουμε πως έστελνε μαθητές στην Πατριαρχική Ακαδημία για περαιτέρω σπουδές. Εργαζόταν αμισθί. Έκανε πολλή εργασία ανάμεσα στη νεολαία και στους κατοίκους της Νάξου. Φρόντιζε για τα ήθη τους  και έκανε δογματική διαφώτιση. Τον ονομάζει επιστήμονα πολυμαθή
Το 1775 τον επισκέφτηκε στη Νάξο ο αδελφός του Κοσμάς ο Αιτωλός. Ο Χρύσανθος ευφραινόμενος για τον ιεραποστολικό ζήλο του αδελφού του, προσφέρθηκε να δώσει στον Κοσμά γνώσεις ρητορικής.
Όμως τα κύματα του Αιγαίου πήραν από τα μάτια του Χρύσανθου τον αδελφό του, που επισκέφτηκε και άλλα νησιά για να κηρύξει. Και δεν θα τον ξαναδεί πια στη γη αυτή.
Ωστόσο το Μάρτιο του 1779  δέχτηκε μια χαρά: γράμμα από τον αδελφό του. Ανοίγει και το διαβάζει με αγάπη και λαχτάρα για το μοναδικό κατά σάρκα αδερφό του:

Πανοσιώτατε αγαπητέ μοι αδελφέ κυρ Χρύσανθε, ασπαζόμενος προσκυνώ σε και παρακαλώ τον Άγιον Θεόν δια την ψυχικήν σου και σωματικήν σου υγεία. Χάριτι θεία αδελφέ υγιαίνω οπωσούν, ψυχικά δε Κύριος οίδε. Τα κατ’ εμέ δε και περί εμέ φαίνονται πολλά και απίστευτα εις τους πολλούς και μήτε εγώ δύναμαι να τα καταλάβω. Τόσον δε μόνον λέγω σοι, δια να δοξάσεις τον Κύριον και να χαρείς, ότι γίνεται αρκετή μετάνοια εις τους αδελφούς. Έως τριάκοντα επαρχίας περιήλθον, δέκα σχολεία Ελληνικά εποίησα, διακόσια δια κοινά γράμματα, του Κυρίου συνεργούντος και τον λόγον μου βεβαιούντος δια τινων επακολουθησάντων μου σημείων. Πλην δόξα τω λέγοντι, η γαρ δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται. Περιέρχομαι δε κατά το παρόν την Παραμυθίαν και Μαργαρίτην, ελπίζω δε εις ολίγο καιρόν να σας απολαύσω, αν ο Θεός θέλη. Περιήλθον δε και την πατρίδα και πάντες οι συγγενείς σε προσκυνούσι και οι φίλοι. Ασπάζομαί σε και τον πανιερότατον δεσπότην και εύχομαι πάντας τους εν Χριστό αδελφούς. Υγίαινε ψυχικά και σωματικά.
Δέκα χιλιάδες χριστιανοί με αγαπώσι και ένας με μισεί. Χίλιοι Τούρκοι με αγαπώσι κι ένας όχι τόσον. Χιλιάδες Εβραίοι θέλουν τον θάνατόν μου και ένας όχι.
αψοθ' (1779) Μαρτίου β΄
Ο σος αδελφός Κοσμάς ιερομόναχος»

Ο διδάσκαλος του γένους Σέργιος Μακραίος στις επιστολές του προσφέρει μια πολύτιμη ιστορική πληροφόρηση για την προσωπικότητα του Σχολάρχου Χρυσάνθου:
Είναι αιδέσιμος ανήρ, αξιοσέβαστο πρόσωπο. Ντρέπεται κανείς να τον κοιτάξει, να του μιλήσει να τον ενοχλήσει.
Ο ιστοριοδίφης Ζερλέντης  πληροφορεί πως ο Χρύσανθος πέθανε το 1785. κατά επιθυμία του ετάφη  στον περίβολο του ναού του Αγίου Γεωργίου και της Σχολής.
Η ζωή του έγινε μια πύρινη προσφορά στην υπηρεσία του υπόδουλου Γένους